Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΗ ΧΑΡΑ


Σειρές κτισμάτων με ΕΛΕΝΙΤ και πρόχειρες κατασκευές,πίσω η αγορά,μπροστά τα λουλουδάδικα και τα αρχαία λουτρά.Το ξενοδοχείο κεντρικό μεσ’ την καρδιά της πόλης.
Κατά το συνηθισμένο, έδωσα το μεγαλύτερο βάρος της επισκέψεώς μου στο περπάτημα στην αγορά,να νοιώσω την γιορταστική ατμόσφαιρα των ημερών,είχα άλλωστε λίγες μέρες εκ του υστερήματός μου να κάνω παραμονή πρωτοχρονιάς στην πόλη.Στον τόπο που μένω δεν γιορτάζουμε με τον τρόπο της πόλης,δεν γιορτάζουμε καν.Υπάρχει κρύο εκεί.Άσπρη θλίψη,ασπρόμαυρη χαρά.
Η πόλη είναι πολύβοη και πολυάνθρωπη.Ρέει στους δρόμους αλαφιασμένο το πλήθος,άνθρωποι παντού που διψούν για την εφήμερη στιγμή,προσμένουν σειρές αριθμών που θα τους σώσει..Μα δεν σώζεται κανείς με τσιρότα.Πυροδοτείται η ανέχεια όπως ακριβώς πυροδοτείται η μετάνοια.Τα πάντα στη ζωή είναι λέγκο και σκάκι μού’λεγε η σύζηγός μου,μόνο που όλα τα τεμάχια και τα πιόνια παραμένουν ασύνδετα εσσαεί ανάμεσα στα λαμπιόνια και τις φωτεινές ρεκλάμες των εμπορικών.
Δευτέρα 30.12 όλες τις μέρες συννεφιά,κρύο 3 βαθμοί, μα σήμερα ένας θυμωμένος ήλιος σύριζα στο δρόμο,καθρέφτης στις άπειρες πτυχώσεις συντηρεί έναν εσωτερικό μονόλογο.Μεσημέρι και  κρύφτηκαν όλες οι ενοχές ως κάτω στην παραλία.Παντού είδωλα στημένα μέσα μας γεννιούνται και ύστερα ξεχύνονται στους δρόμους.
Είναι καθ’ όλα έντιμα τα είδωλά μας.Αν τα θρέφουμε,γιγαντώνουν,αν τολμήσουμε να τα υποσιτίσουμε χάνουν την δύναμη και την αίγλη τους,γίνονται σχεδόν τίποτα.Το καταλαβαίνεις αυτό,απ’ τα ουρλιαχτά τους όταν λιγοστεύει το φώς,τα οποία δεν μας τρομάζουν.Το πρωί μας περιμένει άδεια η πλευρά τους μέσα μας.Φροντίζεις να γεμίσεις τον χώρο με φυλαχτά,ειδάλως χάνεσαι.
Γράμμή 15,σαράντα εκκλησίες-ιστορικό κέντρο,σε 8 λεπτά το επόμενο λεωφορείο.Αγία Σοφία.Ήχος που φτάνει απ’ έξω μέσα στο ναό,ηλεκτρικής κιθάρας και τύμπανα με ενισχυτή.Φυλάσσεται ωστόσω κάποιας μορφής σιωπή σαν βόμβος στα τύμπανα ασυνήθιστης απραξίας κάτω απ’ τον τρούλο με τον Παντοκράτορα.
Βγαίνω απ’το οίκο του Κυρίου.Κατεβαίνω την Αγίας Σοφίας προς τον λευκό πύργο.Λευκός χάρη σε κάποιον κρατούμενο που έβαψε το γκρίζο τοίχο του κελιού του άσπρο ίσως έπειτα από κάποια έκρηξη της απελπισίας των δεσμών του.
Γυρίζω στο ξενοδοχείο για τακτοποίση και check out.Ήχοι από ροή νερού στις σωληνώσεις,κουβέντες στους διαδρόμους.Βαλίτσες σε στοίχιση,αναμονή στο ασανσέρ.Ομιλία, μάλλον ηλικιωμένης κυρίας  που μιλά στο τηλέφωνο απ’το 501.Το ασανσέρ κατεβαίνει απ’ τον όγδοο στο ισόγειο.Ξαναπατώ το βελάκι με κατεύθυνση προς τα κάτω.Τέλως πάντων φτάνω στην υποδοχή,τακτοποιώντας το οικονομικό.Κατευθύνομαι Αριστοτέλους.
Μια κοπέλα περιμένει στη στάση στην Τσιμισκή.Κρατάει ένα σκύλο καφέ,μεγαλόσωμο με λουράκι.Είναι θλιμμένη,τόση θλίψη στο βλέμμα της,σαν να συσσωρεύει όλη τη θλίψη και τον πόνο των ημερών.
Επιστρέφοντας στο χωριό με την άσπρη θλίψη και την ασπρόμαυρη χαρά,αισθάνομαι αναζωογονημένος,θυμάμαι ωστόσω εκείνο το βλέμμα στην Τσιμισκή.Σ’ ευχαριστώ άγνωστη κοπέλα που σήκωσες και το δικό μου μερίδιο του πόνου.

Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΟ(ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ Α')


Γράφω:
 Αγαπημένοι μας γονείς,σας ευχόμαστε καλά χριστούγεννα και ευτυχισμένο το νέον έτος.
Και από κάτω:
Με αγάπη Δημήτρης-Ναταλία.
Και δίπλα:
η εγγονή σας Ισμήνη.
Η κάρτα από μπροστά απεικονίζει τη γέννηση του Σωτήρος,βυζαντινής τεχνοτροπίας.
Κλείνω τον φάκελλο,τον ταχυδρομώ.Βγαίνω.Πρέπει να επισκεφτώ το σούπερ μάρκετ σκέφτομαι.
Πηγαίνοντας εκεί,η ίδια με όλο τον δρόμο κατάσταση επικρατεί,γιορτινή εννοώ,κόσμος πολύς,αρκετοί ηλικιωμένοι για ψώνια και βόλτα.Στα μεγάφωνα μια χριστουγεννιάτικη μελωδία.
Κάθομαι στο παγκάκι αναμονής αντίκρυ στα αλλαντικά στον πρώτο όροφο.
Κοιτάζω στα γυαλισμένα πλακάκια που καθρεφτίζονται τα φώτα του ταβανιού,μεγάλα τετράγωνα με μικρά τετραγωνισμένα φωτάκια σε σειρές  4 Χ 5.
Άλλα φώτα  κυκλικά στην άκρη αριστερά πάνω από το ψυγείο με τα συσκευασμένα κρέατα.
Πιο μπροστά,στην βιτρίνα με τα νωπά κοτόπουλα μια κυρία δίνει παραγγελία στον υπάλληλο.
Μια ηλικιωμένη κάθεται δίπλα μου.
Τι ώρα είναι,ρωτάει.
Δύο και μισή αποκρίνομαι.
Θα μου δώσετε κάτι να φάω;
Δεν έχετε χρήματα;Στιγμιαία σκέφτηκα μήπως πάσχει από ανοία.
Γνέφει όχι,της δίνω 10 ευρώ,σηκώνεται.
Καλές γιορτές μου λέει.
Επίσης,αντεύχομαι.
Κατευθύνεται προς την κυλιόμενη  που οδηγεί κάτω.
Απ’τα μεγάφωνα διακόπτεται η χαριτωμένη μελωδία:
Παρακαλείται ο κύριος Καραμηνάς να προσέλθει στο τμήμα των παραλαβών.Ευχαριστώ.
Σηκώνομαι.
Η Ναταλία πρέπει να έχει τελειώσει με τα ψώνια.  

SAINT MICHAEL PROTECT US

 Πήρα την λάντζα  για να με πάει στο καράβι,εκεί ακριβώς που ο ναυτικός περνά την μεθόριο της ζωής στη στεριά,ακροβατώντας για λίγο στη μέση...